ΣΙΦΝΙΩΝ ΧΩΡΑ

Ιχνηλατώντας το τοπίο

της αρχαίας Σίφνου

Η μυκηναϊκή ακρόπολη στης Μπαρώνας το Φρούδι

Η θέση εντοπίστηκε για πρώτη φορά από τον Έλληνα αρχαιολόγο Χρήστο Τσούντα το 1898, που την αναφέρει ως Φρούδι του Καλαμιτσίου από το τοπωνύμιο της ευρύτερης περιοχής «Καλαμίτσι» (αργότερα ο Δραγάτσης έδωσε το ίδιο όνομα στον πύργο που βρίσκεται βορειότερα, στο Μαύρο Χωριό). Πρόκειται για ύψωμα που δεσπόζει σε υψόμετρο 240μ. πάνω από τον όρμο των Χοχλάκων στα νοτιοδυτικά της Σίφνου. Την ελλειψοειδή κορυφή [φρύδι («φρούδι»)] του υψώματος, έκτασης περίπου 520 τ.μ., καταλαμβάνει μικρή ακρόπολη, η οποία είναι φυσικά οχυρή από τη βόρεια πλευρά της.

Η θέση είναι ιδιαίτερα προνομιακή καθώς, πέραν της ασφάλειας που παρέχει, έχει άριστη εποπτεία των θαλάσσιων οδών και εγγύτητα με τον ευλίμενο κόλπο του Βαθιού, αλλά και με φυσικές πηγές νερού και εκτάσεις κατάλληλες για καλλιέργεια και κτηνοτροφία.
Από την έρευνα που διεξήχθη στο πλαίσιο του Προγράμματος, διαπιστώθηκε ότι το μεγαλύτερο τμήμα της κορυφής καταλαμβάνει κτήριο επιμήκους κάτοψης, ενιαίο οικοδομικό συγκρότημα, μέγιστου σωζόμενου μήκους 25μ. Αποτελείται από δύο πτέρυγες με διαδοχικούς μικρούς χώρους, πλαισιωμένες από ισάριθμους διαδρόμους. Σύµφωνα µε τις υπάρχουσες ενδείξεις, το κτήριο πιθανώς σχετιζόταν με εµπορικές και εργαστηριακές δραστηριότητες. Το πλάτωμα προστατευόταν από περιτείχισμα (πάχους περ. 1,20μ.) το οποίο αποτελούσε –τουλάχιστον στη δυτική, καλύτερα σωζόμενη, πλευρά– την εξωτερική όψη του συγκροτήματος. Επιπλέον, πυκνά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα εντοπίζονται και στα πλατώματα αμέσως χαμηλότερα από την κορυφή, ιδιαίτερα στο δυτικό. Η ύπαρξη δύο στροφέων (μικρών κοιλοτήτων λαξευμένων στον βράχο) στο σημείο αυτό υποδηλώνει είσοδο, καθορίζοντας πιθανώς την πορεία για την προσέγγιση του ανώτερου πλατώματος.

Τα επιφανειακά ευρήματα (κεραμική, υφαντικά βάρη, κ.ά.) υποδεικνύουν ότι η περίοδος ακμής της ακρόπολης τοποθετείται στους ύστερους μυκηναϊκούς χρόνους και συγκεκριμένα στην περίοδο που ακολούθησε την κατάρρευση των ανακτόρων της ηπειρωτικής Ελλάδας (1200-1050 π.Χ.), συμβαδίζοντας χρονολογικά με την ακρόπολη του Αγίου Ανδρέα, μείζον κέντρο του νησιού εκείνης της εποχής. Αν και ενδεχοµένως υπήρχαν επαφές µεταξύ των δύο ακροπόλεων, ο ακριβής χαρακτήρας τους δεν µπορεί προς το παρόν να προσδιοριστεί σαφώς. Η θέση πάντως αξιοποιήθηκε ήδη από τη νεολιθική περίοδο, όπως μαρτυρούν η κεραμική, τα λίθινα εργαλεία και οι μεγάλες ποσότητες οψιανού που εντοπίστηκαν κυρίως στα χαμηλότερα πλατώματα, ενώ λιγοστά είναι τα ευρήματα που χρονολογούνται μετά τους μυκηναϊκούς χρόνους.

στης Μπαρώνας το φρούδι

Στης Μπαρώνας το φρούδι
Αρχαίοι πύργοι - Τ' αργυρού το πετάλι